Σάββατο 9 Νοεμβρίου 2024

Ωρωπός και Ερέτρια

 


Από τα Γεωμετρικά Χρόνια, η ευρύτερη περιοχή της Γραίας (στην οποία περιλαμβάνεται και ο Ωρωπός) παρουσιάζει πολύ στενές σχέσεις με την Ερέτρια και μάλιστα ενδέχεται να ιδρύθηκε από Ερετριείς, όπως δείχνουν τα νεότερα ευρήματα ως προς την αρχιτεκτονική και την κεραμική παραγωγή (οι κάτοικοι έφερναν άργιλο από απέναντι για να κατασκευάσουν τα αγγεία τους).

Ομοιότητες παρουσιάζει ακόμα και το αλφάβητο, καθώς σε πρώιμο χάραγμα που βρέθηκε στην περιοχή του Γεωμετρικού Ωρωπού έχει χρησιμοποιηθεί το ερετριακό αλφάβητο. Το όνομα του ίδιου του Ωρωπού, κατά νεότατη ιστορική άποψη, δεν είναι παρά η ερετριακή μορφή του ονόματος Ασωπός (Ασωπός/Αρωπός/Ωρωπός - ιωνική διάλεκτος με Ερετριακό ρωτακισμό: τροπή του σ σε ρ π.χ. δημορίων αντί δημοσίων). Σύμφωνα με τον Πετράκο (1968), οι ιωνικοί και ερετριακοί  τύποι, που εμφανίζονται στις επιγραφές του Ωρωπού, μαρτυρούν ευβοϊκή επιρροή ήδη πριν από το Ληλάντιο Πόλεμο. Η ισχύς της Ερέτριας ήταν τόσο  μεγάλη, ώστε επέβαλε και το όνομα της επιλογής της στον γειτονικό Ωρωπό.

Επιπλέον, μπορούμε να υποθέσουμε ότι αυτή η στενή σχέση με την Ερέτρια οδήγησε τους κατοίκους της Γραίας να συνταξιδέψουν με τους Ερετριείς και να συμμετέχουν στην ίδρυση των πρώτων ελληνικών αποικιών στη Δύση και συγκεκριμένα στον κόλπο της Νάπολης όπου οι Ευβοείς ίδρυσαν πρώτα τις Πιθηκούσες και αργότερα, σε ιταλικό έδαφος, την Κύμη.

Η υπόθεση για τη «συνεργασία» των Ευβοέων με τους Γραίους για την ίδρυση των αποικιών ενισχύεται και από το γεγονός ότι οι πρώτοι αναζητούσαν στις αποικίες κυρίως μέταλλα και ο οικισμός του Ωρωπού ήταν ένα γνωστό ισχυρό κέντρο μεταλλοτεχνίας των πρώιμων ιστορικών χρόνων με εργαστήρια που κατασκεύαζαν κυρίως σιδερένια αλλά και χάλκινα αντικείμενα.

Δεν είναι γνωστό πότε ο Ωρωπός ξέφυγε από την ερετριακή κυριαρχία και περιήλθε στην κατοχή της Αθήνας. Πιθανόν αυτό να συνέβη το 506 π.Χ., μετά τη νικηφόρα εκστρατεία των Αθηναίων εναντίον των Βοιωτών ή μετά τους Περσικούς Πολέμους, οπότε η Ερέτρια, ανίσχυρη ακόμη από τις καταστροφές που είχε υποστεί, αναγκάστηκε να τον παραχωρήσει στην Αθήνα ή ίσως σε κάποια άλλη σύγκρουση.

Κατά την πρώτη φάση των Περσικών Πολέμων, το καλοκαίρι του 490 π.Χ. οι Πέρσες, αφού κυρίευσαν τη Νάξο και τα περισσότερα Κυκλαδίτικα νησιά, κατευθύνθηκαν προς την Κάρυστο και στη συνέχεια προς τον αρχικό τους στόχο που ήταν η Ερέτρια.  Αρχικά υπέταξαν την Αμάρυνθο και τη χρησιμοποίησαν ως ορμητήριο στις επιχειρήσεις τους. Οι Αθηναίοι αποφασισμένοι να βοηθήσουν τους Ερετριείς, έστειλαν σε βοήθεια τους κληρούχους του Ληλαντίου, οι οποίοι όμως δεν κατάφεραν να προσφέρουν την αναμενόμενη βοήθεια, αφού πληροφορημένοι από τον Αισχίνη του Νόθωνος για τις πολιτικές έριδες, που μάστιζαν την Ερέτρια, αποσύρθηκαν και διαπεραιώθηκαν στον Ωρωπό[1].

Κατά τον Πελοποννησιακό Πόλεμο, το 411 π.Χ., οι Βοιωτοί σε συνεργασία με τους Ερετριείς και τους Ωρωπίους αποσπούν τον Ωρωπό από τους Αθηναίους και τον περιλαμβάνουν ξανά στο Κοινό των Βοιωτών. Η κατάληψη αυτή του Ωρωπού έπαιξε καθοριστικό ρόλο στη νίκη των συμμάχων κατά τη ναυμαχία αυτού του έτους, διότι το λιμάνι του Ωρωπού χρησιμοποιήθηκε ως ορμητήριο του πελοποννησιακού στόλου. Έπειτα, με την  ίδρυση της δεύτερης Αθηναϊκής Συμμαχίας, το 378/7 π.Χ., ο Ωρωπός προσαρτάται  και πάλι στην Αθήνα, ώσπου δέκα χρόνια αργότερα ο τύραννος της Ερέτριας Θεμσων επιτίθεται στον Ωρωπό και τον καταλαμβάνει.

Στο σημείο αυτό ο Ι. Γκικάκης υπογραμμίζει ότι ο Ωρωπός ακόμα και στην περίοδο της μεγάλης οικονομικής ακμής του (6ος – 2ος π.Χ. αιώνας), που ήταν παράλληλη με την ακμή των κοντινών πόλεων (Αθήνας, Θήβας και Ερέτριας), δεν φαίνεται να συγκροτεί και να συντηρεί στρατό ικανό για την άμυνά του, δεδομένης της μεγάλης ισχύος των άλλων πόλεων. Σε αυτό συντείνει και ο Πετράκος (1968) ο οποίος αναφέρει: « ποα ν δναται ν χρονολογηθ πρ του τλους το 5ου αἰῶ- νος π.Χ. Η μακρ ποταγ ες τν ρτριαν, ες τος Βοιωτος κα ες τος θηναους, δν πτρεψαν τν νπτυξιν τς πλεως κα τν δημιουργαν θνικς συνειδσεως. Τοτο γνετο πολ ργτερον, κατ τν 4ον κα 30V αἰῶνα π.Χ., ες τ πλασιον τν γενικωτρων μεταβολν, α ποαι δημιουρ- γθησαν μετ τν θνατον το Μ. λεξνδρου.» (σελ.18).

Σύμφωνα με την Πανοπούλου (2023), με την προσεκτική παρατήρηση των αγγείων μπορεί κανείς να διακρίνει τις καλλιτεχνικές επιρροές που άσκησαν η Αθήνα και η Ερέτρια στην τοπική παραγωγή του Ωρωπού.  Έτσι, ο Ωρωπός φαίνεται πως είχε ενταχθεί σε ένα ευρύτερο δίκτυο εμπορικών ανταλλαγών και διακίνησης ιδεών και αντιλήψεων. Η παρουσία των Κώιων προξένων στο Αμφιάρειο, αποτελεί την πιο σπουδαία απόδειξη. Οι στενές σχέσεις του Ωρωπού με την Εύβοια, οι οποίες αντικατοπτρίζονται και στην  κεραμική, είναι δηλωτικές της εξωστρέφειάς του προς τη θάλασσα και κατ’ επέκταση στο Αιγαίο.

Σύνδεση μεταξύ Ωρωπού και Ερέτριας θα μπορούσαμε να υποθέσουμε επίσης κατά την περίοδο της Ιταλικής Κυριαρχίας, από το 1400 έως το 1460. Η Βενετία, έχοντας υπό την κατοχή της την Εύβοια, επεδίωξε να καταλάβει την παραλιακή ζώνη της Στερεάς Ελλάδας απέναντι από την Εύβοια σε βάθος 5 μιλίων.  Στη συνέχεια, υπογράφει συμφωνία με τη Φλωρεντία κατά την οποία διατηρεί τον έλεγχο της παραγωγικής ζώνης του Ωρωπού, ενώ οι Φλωρεντίνοι κράτησαν τα κάστρα Ωρωπού και Συκαμίνου από τα οποία είχαν οπτική επαφή με το κάστρο στα Φύλλα Ευβοίας. Αυτή είναι και η περίοδος της μεγάλης ακμής του Ωρωπού γενικά και της φράγκικης παροικίας του ειδικότερα, η οποία έφτανε περί τις 50 οικογένειες (την ίδια περίοδο ο Ωρωπός αριθμούσε 250-300 οικογένειες).

Στη Σκάλα Ωρωπού το 1855 άρχισε να σχηματίζεται ο πρώτος μικρός οικισμός γύρω από τον ξύλινο πρώτο μώλο (Σκάλα) που εξυπηρετούσε το εμπόριο μεταξύ Χαλκίδας και Ερέτριας με τα χωριά του Ωρωπού και την Αθήνα. Τα πρώτα σπίτια χτίζονται κοντά και γύρω από το λιμανάκι, στο οποίο έδεναν οι ψαρόβαρκες και τα καϊκια που έρχονταν με ψάρια ή εμπορεύματα από τη Χαλκίδα και την Ερέτρια. [2]

Το 1927, η «βενζίνα» αντικαθιστά τα  ιστιοφόρα για τη συγκοινωνία από τον Ωρωπό προς τη Χαλκίδα και την Ερέτρια, ενώ από το 1968 ο Πετράκος, με αφορμή τη λειτουργεία της πορθμιακής γραμμής Φέρυ-Μποτ, αναφέρει ότι «...σμερον σημασα το λιμνος εναι περισστερον τουριστικ λγ τς μσου κα ταχεας πικοινωνας μ τν ναντι ρτριαν δι το ferry-boat. Δίὰ το μσου ατο μεταφρονται τ προϊντα τς νοτου Εβοας ες τν πρωτεουσαν. Οτω Εθρριπος ννει μλλον παρ χωρζει τν ττικν κα τν Εθβοιαν, τοτο δ ρμηνεει κα τν στορικν νγκην, ποα συνδεσεν, στω κα δι τς βας, ες ρισμνας περιδους τς ρχαας ποχς, τν ρωπν μετ τς ρετρας.»...

Πηγές:

·       Αρχαιολογική Εταιρεία, Ανασκαφές Σκάλας Ωρωπού (1996-2003).

·       Βλάχου B. (2010), Γεωμετρικός Ωρωπός: Η τροχήλατη κεραμεική και οι φάσεις της εγκατάστασης, διδ. Διατριβή, Αθήνα.

·       Γκικάκης Ι. (2007),  Η Ιστορία του Ωρωπού.

·       Καλέμης Α. (2016), Η καταστροφή της Ερέτριας (490 π.Χ.) : https://taxidievia.blogspot.com/2016/11/23-490.html

·       Μαζαράκης Α.Αι. (2014), "Κώμη" ή "Πόλις" ; Η περίπτωση του Ωρωπού Αττικής, Ειδικές Μορφωτικές Εκδηλώσεις, 5η Εκδήλωση.

·       Μαζαράκης Α. Αι., Λαιμού Ει., Βλάχου Β. (2020),  Ανασκαφές Ωρωπού: Πρωτογεωμετρική και Υποπρωτογεωμετρική Περίοδος (10ος – 9ος αι. π.Χ.), Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Θεσσαλίας.

·       Μαζαράκης – Αινιάν (2023), συνέντευξη στο Lifo: Γεωμετρικός Ωρωπός: Η Ομηρική Γραία της Ιλιάδας: https://www.youtube.com/watch?v=cZKg9XNZG8Q&t=1562s

·       Πανοπούλου Λ. (2023), Το κεραμικό σύνολο ενός «αποθέτη». Συμβολή στη μελέτη του Ωρωπού των Ελληνιστικών χρόνων, Διπλωματική Εργασία, Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, Φιλοσοφική Σχολή, Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας.

·Παριανού Ε. (2003), Οι αρχαιότητες του Ωρωπού, Διπλωματική Εργασία, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Βόλος.

·       Πετράκος Β. (1992), Το Αμφιάρειο του Ωρωπού, εκδ. ΚΛΕΙΩ.

·       Πετράκος Β. (1968), Ο Ωρωπός και το Ιερόν του Αμφιαράου, Βιβλιοθήκη της Εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας, αριθ. 63, εκδ. Παπαδόγιαννη.



[1] Στη συνέχεια, ο Περσικός στόλος έφθασε στην περιοχή της Ερέτριας και αγκυροβόλησε στις «Ταμύνες» (παραλία Αλιβερίου) και στα πλησίον της Ερέτριας λιμανάκια των χωριών Χοιρέα και Αιγίλια. Οι Ερετριείς, αν και στα πρόθυρα εμφυλίου πολέμου, αποφάσισαν τελικά να αμυνθούν εντός των τειχών. Μετά από πολιορκία έξι ημερών όμως η Ερέτρια αλώθηκε με προδοσία. Δύο εξέχοντες πολίτες, ο Εύφορβος του Αλκιμάχου και ο Φίλαγρος του Ακαυνέα, παρέδωσαν την πόλη στους Πέρσες, οι οποίοι την πυρπόλησαν από άκρου σε άκρο. Κατέστρεψαν μάλιστα και τα ιερά σε αντίποινα της καταστροφής, από τους Έλληνες, του ιερού της Eφέσου. Συνέλαβαν ομήρους, όσους Ερετριείς δεν είχαν καταφύγει στα βουνά και προσωρινά τους άφησαν φρουρούμενους στο νησάκι των Στύρων Αιγίλια (είναι το σημερινό νησάκι Στούρα).

[2] Τα εμπορεύματα αυτά τα παραλάμβαναν έμποροι-αγωγιάτες και τα μετέφεραν με ζώα (άλογα ή μουλάρια) στην Αθήνα μέσω Αγίου Μερκούρη.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου