Σάββατο 16 Νοεμβρίου 2024

Τα αρχαία θέατρα της Ανατολικής Αττικής: Θορικού, Ραμνούντα, Αχαρνών, Αμφιάρειου Ωρωπού



Τα αρχαία ελληνικά θέατρα αποτελούν ευρήματα διεθνούς σημασίας και ειδικά στην Αττική σώζονται κατάλοιπα θεάτρων τόσο στην πόλη των Αθηνών όσο και στους περιφερειακούς δήμους. Παρακάτω παρουσιάζουμε τα τέσσερα αρχαία θέατρα της Ανατολικής Αττικής: Θορικού, Ραμνούντα, Αχαρνών, Αμφιάρειο Ωρωπού. Στο τέλος του κειμένου παραθέτουμε τον μύθο του Αμφιάραου.

α) Αρχαίο Θέατρο Θορικού


Ο Θορικός ήταν στην αρχαιότητα μια από τις σημαντικές πόλεις της Αττικής, που βρισκόταν στα ανατολικά της παράλια, μισή ώρα βόρεια του Λαυρίου και την οποία, σύμφωνα με την παράδοση ίδρυσε ο Κέκρωψ. Ήταν χτισμένη στο βόρειο μυχό του κόλπου, στα ριζά του εκεί λόφου Βελατούρι και στον προς τα δυτικά ομαλό χώρο. Τα παλαιότερα ίχνη κατοίκησης ανήκουν ίσως στα νεολιθικά χρόνια (αρχές 3ης χιλιετίας). Ήδη στη Μεσοελλαδική εποχή (1900-1600 π.χ.) οι κάτοικοι του Θορικού γνώριζαν την επεξεργασία των μεταλλευμάτων του Λαυρίου.

Στη δυτική πλαγιά του λόφου Βελατούρι βρίσκεται το κέντρο του αρχαίου δήμου Θορικού. Από τον αρχαίο δήμο σήμερα σώζονται το θέατρο, μέρη του οικισμού και των εγκαταστάσεων, όπου γινόταν η επεξεργασία των μετάλλων, ένας τετράγωνος πύργος του 4ου αιώνα π. Χ., τα νεκροταφεία και το ιερό της Δήμητρας και της Κόρης. Ο οικισμός, γνωστός ως βιομηχανική πόλη, εκτείνεται στη βραχώδη κατηφορική πλαγιά του λόφου Βελατούρι.

Το θέατρο του Θορικού θεωρείται το αρχαιότερο στον ελλαδικό χώρο και είναι μοναδικό για το ιδιόμορφο ελλειψοειδές σχήμα του. Κατασκευάστηκε στη φυσική αμφιθεατρική πλαγιά, στη νότια πλευρά του λόφου Βελατούρι στα τέλη του 6ου αιώνα π. Χ. Στα μέσα του 5ου αι. π. Χ. η ορχήστρα επεκτάθηκε και στα μέσα του 4ου αι. π. Χ. κατασκευάστηκε το άνω διάζωμα με ένα μνημειώδη αναλημματικό τοίχο. Δίπλα στη δυτική πάροδο ιδρύθηκε ο μικρός ναός του Διονύσου. Στην ανατολική πλευρά του υπάρχει μία μεγάλη αίθουσα, με θρανίο λαξευμένο στο βράχο, που ήταν πιθανώς τόπος συγκέντρωσης. Δίπλα στο δυτικό διάζωμα του θεάτρου υπήρχε ένα σπίτι με πεντάκλινο ανδρώνα (δωμάτιο συμποσίων) και αυλή. Το χωρίζει από το θέατρο ένα στενό μονοπάτι που ανηφορίζει στην πλαγιά.

Η ορχήστρα του θεάτρου είναι ορθογώνια παραλληλόγραμμη (περίπου 16 Χ 30 μ.) με αποστρογγυλεμένες τις γωνίες προς το κοίλον. Στη νότια ελεύθερη πλευρά υποστηρίζεται από αναλημματικό τοίχο μήκους 24 μ. περίπου, τα άκρα του οποίου θεμελιώνονται πάνω στον φυσικό βράχο. Το ανάλημμα αυτό αντικατέστησε παλαιότερο, αυξάνοντας το εμβαδόν της ορχήστρας. Το δυτικό άκρο της ορχήστρας καταλαμβάνει ναΐσκος του Διονύσου, από τον οποίο σώζονται μόνον τα θεμέλια, και το ανατολικό ορθογώνια κατασκευή, πιθανός βωμός.

 

β) Αρχαίο θέατρο Ραμνούντα

Ο Ραμνούς ήταν αρχαίος δήμος στα βορειοανατολικά της Αττικής, στον Ευβοϊκό κόλπο. Οι ανασκαφές έχουν φέρει στο φως το ιερό της Νεμέσεως - το σημαντικότερο της θεότητας αυτής στην αρχαία Ελλάδα - το φρούριο, δημόσια κτίρια, κατάλοιπα οικιών και πολλούς ταφικούς περιβόλους.

Η ανθρώπινη δραστηριότητα στην περιοχή εμφανίζεται συνεχής από τα νεολιθικά χρόνια, αλλά η παρουσία ιερού επιβεβαιώνεται αρχαιολογικά από τις αρχές του 6ου π. Χ. αιώνα. Ο αρχαϊκός ναός καταστράφηκε από τους Πέρσες κατά την εισβολή του 480-479 π. Χ., όπως και πολλά άλλα οικοδομήματα της Αττικής. Ακολούθησε περίοδος ακμής κατά τον 5ο π. Χ. αιώνα, οπότε το ιερό απέκτησε την οριστική αρχιτεκτονική του μορφή.

Μέσα στο αρχαίο φρούριο του Ραμνούντα στα πόδια της ακρόπολης βρίσκεται το ιδιότυπο για την απλή μορφή του θέατρο, το οποίο χρησίμευε αρχικά ίσως ως χώρος συνάθροισης των πολιτών, ή βουλευτήριο. Το θέατρο βρίσκεται βόρεια του γυμνασίου και σύμφωνα με επιγραφή ήταν αφιερωμένο στο Διόνυσο, του οποίου ο ναός ήταν κοντά.

Ως κοίλο χρησίμευε η ομαλή πλαγιά του λόφου και ως ορχήστρα η επίπεδη έκταση μπρος από τους θρόνους της προεδρίας, οι οποίοι αποτελούν το μοναδικό αρχιτεκτονικό θεατρικό στοιχείο. Στην όψη των πέντε θρόνων, από τους οποίους σήμερα σώζονται μόνο τρεις, είναι χαραγμένη επιγραφή. Την ύπαρξη του θεάτρου μαρτυρούν ψηφίσματα χαραγμένα σε στήλες, τα οποία αναφέρουν ως τόπο ίδρυσης των στηλών το θέατρο.

Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο καθηγητής Β. Πετράκος «δεν θα τολμούσαμε να το χαρακτηρίσουμε ως θέατρο, αν δεν ονομαζόταν έτσι σε ψηφίσματα στα οποία ορίζεται ως τόπος ίδρυσης των στηλών, στις οποίες αυτά είναι χαραγμένα. Το θέατρο και η γύρω περιοχή χρησίμευε και ως αγορά του δήμου».

γ) Aρχαίο θέατρο Αχαρνών

Το αρχαίο θέατρο των Αχαρνών αποκαλύφθηκε πρόσφατα κατά τη διάρκεια εκσκαφικών εργασιών στο κέντρο του σημερινού δήμου. Συγκεκριμένα,  στην  οδό Σαλαμίνος στη θέση Κάραβος ήρθε στο φως από την ανασκαφέα Μαρία Πλάτωνος. Χρονολογείται πιθανότατα στον 4ο αιώνα π.Χ. (βέβαιη χρονολόγηση θα είναι δυνατή μόνο όταν ολοκληρωθεί η ανασκαφή του θεάτρου) και ήταν ένα από τα πιο σημαντικά δημόσια οικοδομήματα της πόλης. Σε αυτό δίνονταν θεατρικές παραστάσεις κατά τη διάρκεια διάφορων θρησκευτικών γιορτών. Το θέατρο σταμάτησε να χρησιμοποιείται και με το πέρασμα του χρόνου καλύφθηκε σιγά-σιγά με χώματα. Στα νεότερα χρόνια επάνω στο καλυμμένο με χώματα θέατρο χτίστηκαν σπίτια και σήμερα η σκαπάνη των αρχαιολόγων με επιμονή και υπομονή το φέρνει και πάλι στο φως.

Η ύπαρξη του αρχαίου θεάτρου στις Αχαρνές επιβεβαιώνεται ήδη από τον 19ο αιώνα μέσα από την ανεύρεση αρχαίων επιγραφών, οι οποίες αναφέρονται στη λειτουργία του θεάτρου και στην εκμίσθωσή του για εκδηλώσεις.

Μία επιγραφή που βρέθηκε σε ρωμαϊκό βαλανείο (λουτρό) της οδού Λιοσίων αναφέρεται στη λειτουργία καθώς και στα έσοδα από τη μίσθωση του θεάτρου των Αχαρνών για παραστάσεις τραγωδίας, κωμωδίας, μουσικών αγώνων κ.ά. Σε μία άλλη επιγραφή τιμάται ο δήμαρχος Αχαρνών, ο επιμελητής των κατ’ αγρούς Διονυσίων και ο ταμίας και τους παραχωρείται το δικαίωμα να κάθονται αυτοί και οι εγγονοί τους στα πρώτα καθίσματα της προεδρίας του θεάτρου.

 

δ) Αρχαίο θέατρο Αμφιαρείου Ωρωπού

Το Αμφιάρειο ήταν το μεγαλύτερο στην αρχαία Ελλάδα ιερό του χθόνιου θεού και ήρωα του Άργους, Αμφιαράου. Βρίσκεται σε μια πανέμορφη χαράδρα στον Κάλαμο και σε αυτό συναντώνται η ιατρική και η μαντική τέχνη. Η ίδρυσή του τοποθετείται στα τέλη του 5ου αι. π. Χ. Από τις αρχές του 4ου αιώνα π. Χ. και ως το 338π. Χ. το ιερό οργανώνεται και η φήμη του απλώνεται στην Ελλάδα.  Σε όλη την περίοδο της λειτουργίας του ήταν το εθνικό ιερό του Ωρωπού.

Το ορθογώνιο – αρχικά – θέατρο χρονολογείται τον 4ο αι. π. Χ. Το κοίλο και το σκηνικό οικοδόμημα κατασκευάστηκαν τον 3ο αι. π.Χ., το μαρμάρινο προσκήνιο προστέθηκε περί το 200 π.Χ. και άλλες επεμβάσεις έγιναν περί το 150 π.Χ. Το θέατρο κτίστηκε με τις προσφορές των προσκυνητών, οι οποίοι συνέρρεαν στο θεραπευτήριο του Αμφιάραου. Εκεί τελούνταν κάθε χρόνο τα Αμφιάρεια τα Μικρά και κάθε πέμπτο χρόνο τα Αμφιάρεια τα Μεγάλα. Τα Αμφιάρεια τα Μεγάλα περιλάμβαναν μουσικούς, αθλητικούς και ιππικούς αγώνες στους οποίους έπαιρναν μέρος αθλητές, λόγιοι και ηθοποιοί από όλη την Ελλάδα, την Ιταλία και τη Μικρά Ασία.

Το κοίλον του θεάτρου ήταν σκαμμένο στην πλαγιά του λόφου. Από αυτό σώζονται ακόμη τα πώρινα θεμέλια για τα ξύλινα εδώλια. Ενώ τα εδώλια του κοίλου φαίνεται πως παρέμειναν ξύλινα, οι τοποθετημένες μέσα στην ορχήστρα προεδρίες ξεχώριζαν για την πολυτέλεια και τον πλούσιο στολισμό τους.

Το προσκήνιο, ένα μοναδικό δείγμα διατήρησης της πρόσοψης του ελληνικού προσκηνίου, έχει κομψή πρόσοψη με οκτώ λεπτούς δωρικούς μαρμάρινους ημικίονες που συνδέονται με πεσσούς και επιστήλια. Στα επιστήλια υπάρχουν τρίγλυφα και μετόπες. Στα κενά μεταξύ των ημικιόνων αναρτούσαν τις ζωγραφικές σκηνογραφίες. 

Από τον 1ο αι. π.Χ. το ιερό τυγχάνει ιδιαίτερης προστασίας από τους Ρωμαίους και έτσι στην περίοδο του στρατηγού Σύλλα προστίθεναι οι θρόνοι, δύο εκ των οποίων σώζονται μέχρι σήμερα. Οι θρόνοι ήταν αναρτημένοι κοντά στην περιφέρεια της σκηνής και έφεραν επιγραφές.

Η ανασκαφή του ιερού ξεκίνησε το 1884 και διήρκεσε έως το 1929.


Ο μύθος του Αμφιάραου

Ο Αμφιάραος ήταν γιος του Οϊκλή (ή και του ίδιου του θεού της μαντικής Απόλλωνα) και της Υπερμνήστρας, δισέγγονος του Μελάμποδα, από τον οποίο και κληρονόμησε την τέχνη της μαντικής, όπως και άλλες γνώσεις, Ιατρικής και Φαρμακολογίας.

Από την Εριφύλη, αδελφή του Άδραστου, απέκτησε δύο γιους, τον Αλκμαίωνα και τον Αμφίλοχο, και δύο κόρες, την Ευρυδίκη και τη Δημώνασσα. Ο ποιητής Άσιος προσθέτει και την Αλκμήνη, ενώ άλλες παραδόσεις του αποδίδουν γιους τρεις ήρωες της ιταλικής μυθολογίας, τον Τίβουρο, τον Κόρα, τον Κάτιλλο, ιδρυτές της πόλης Τίβουρα ή Τίβυρα, κοντά στη Ρώμη (το σημερινό Τίβολι).

Εκτός από μάντης, προστατευόμενος του Δία και του Απόλλωνα, ήταν πολεμιστής, έντιμος, ανδρείος, θεοσεβής. Πήρε μέρος στους επιτάφιους αγώνες προς τιμή του Πελία. Στην αρχή της βασιλείας του στο Άργος, για να αντιμετωπίσει εσωτερικούς αντιπάλους και έριδες ενδοοικογενειακές για την εξουσία, σκότωσε τον ξάδελφο του παππού του και πατέρα του Άδραστου Ταλαό και εξόρισε τον μικρανεψιό του Άδραστο στη Σικυώνα, όπου ο Πόλυβος του έδωσε την κόρη του για σύζυγο και το βασίλειό του. Αργότερα, και με δύναμη στα χέρια τους και οι δύο άνδρες, συμφιλιώθηκαν με τη συμφωνία να επιλύουν στο εξής τις διαφορές τους με τη διαιτησία της Εριφύλης, την οποία παντρεύτηκε ο Αμφιάραος. Ο γάμος και η συμφωνία οδήγησαν στον θάνατο του Αμφιάραου μπροστά στις πύλες της Θήβας.

Πιο συγκεκριμένα: Ο Άδραστος, αφού πάντρεψε τον εξόριστο από τη Θήβα Πολυνείκη με την κόρη του Αργείη, δέχθηκε να τον βοηθήσει για να αποκατασταθεί στον θρόνο των Θηβών στη θέση του αδελφού του Ετεοκλή. Ανάμεσα στις άλλες συμμαχίες που έκανε, ζήτησε και από τον Αμφιάραο να πάρει μέρος στην εκστρατεία. Όμως εκείνος, χάρη στις μαντικές του ικανότητες, προέβλεψε το ατυχές τέλος της εκστρατείας εναντίον των Θηβών και προσπάθησε να αποτρέψει τον πόλεμο από τον οποίο μόνο ο Άδραστος θα επέστρεφε ζωντανός. Ο Πολυνείκης, ύστερα από συμβουλή του Ίφη, γιου του Αλέκτορα, προσέφερε στην Εριφύλη ως δώρο το περιδέραιο της Αρμονίας,  πολύτιμο δώρο των θεών στους γάμους της με τον Κάδμο, με την προϋπόθεση να πείσει τον άνδρα της να πάρει μέρος στον πόλεμο.

Η Εριφύλη, διαιτητεύοντας ανάμεσα στον άνδρα της και στον αδελφό της, παρότρυνε τον σύζυγό της να εκστρατεύσει μαζί με τους υπόλοιπους, για να αποκτήσει δόξα και τιμή. Πιστός στη συμφωνία που είχε κάνει ο Αμφιάραος, ακολούθησε τους άλλους στην εκστρατεία που έγινε γνωστή ως «Επτά επί Θήβας». Πριν φύγει για τον πόλεμο του χαμού του, όρκισε τα παιδιά του να σκοτώσουν τη μητέρα τους, για να εκδικηθούν τον θάνατό του, και να οργανώσουν μια δεύτερη εκστρατεία εναντίον των Θηβών, νικηφόρα αυτή, των «Επιγόνων».

Στον δρόμο προς τη Θήβα, στη Νεμέα, εμφανίστηκε σημάδι για την κακή έκβαση της εκστρατείας, όπως τουλάχιστον το ερμήνευσε ο Αμφιάραος και όπως αποδείχθηκε τελικά. Δηλαδή: Οι πολεμιστές δίψασαν και ζήτησαν από την Υψιπύλη, παλιά βασίλισσα στη Λήμνο, τώρα δούλα παραμάνα του Οφέλτη, γιου του βασιλιά της Νεμέας Λυκούργου και της Ευρυδίκης, να τους δείξει μια πηγή. Για να τους απαντήσει, άφησε κάτω το παιδί, ξεχνώντας τον χρησμό που όριζε ότι το παιδί δεν θα έπρεπε να το αφήσουν κάτω πριν περπατήσει. Φίδι που παραφυλούσε στην πηγή, το έπνιξε και ο Αμφιάραος αποκάλυψε τη σημασία του οιωνού για την εκστρατεία τους. Η απόφαση, ωστόσο, που πάρθηκε ήταν να συνεχίσουν την πορεία τους, αφού πρώτα οργανώσουν αγώνες προς τιμή του παιδιού που μετονόμασαν σε Αρχέμορο (=αρχή της Μοίρας).

Ο Αμφιάραος διακρίθηκε στο άλμα και τη δισκοβολία και μεσολάβησε, ώστε να καταπραϋνθεί η οργή των γονιών του μικρού Οφέλτη για την Υψιπύλη, την οποία αρχικά ήθελαν να σκοτώσουν. Σύμφωνα με τον Ευριπίδη στην ομώνυμη τραγωδία Υψιπύλη, εμφανίστηκαν εκείνη την ώρα τα παιδιά της Υψιπύλης, ο Εύνεος και ο Θόαντας που αναζητούσαν τη μητέρα τους, και ο Αμφιάραος προκάλεσε την αναγνώριση χάρη σε ένα χρυσό κλαδί αμπελιού που είχε χαρίσει ο Διόνυσος στον παππού τους Θόαντα. Μετά την αναγνώριση ο Αμφιάραος έπεισε το βασιλικό ζεύγος να αφήσουν την Υψιπύλη να ακολουθήσει τους γιους της στη Λήμνο.

Φθάνοντας στη Θήβα, οι Επτά παρατάχθηκαν με τις δυνάμεις τους μπροστά στις ισάριθμες πύλες της πόλεως. Ο Αμφιάραος πολεμούσε μπροστά από τις Ομολωίδες ή Προιτίδες πύλες. Όταν ο Τυδέας, ένας από τους Επτά, πληγώθηκε στην κοιλιά από τον Μελάνιππο, ο Αμφιάραος τον σκότωσε, τον αποκεφάλισε και πήγε το κομμένο κεφάλι στον τραυματισμένο Τυδέα.Εκείνος το άνοιξε και έφαγε το μυαλό του. Η Αθηνά, που σκόπευε να χαρίσει την αθανασία στον Τυδέα, από αποτροπιασμό για την πράξη του, παραιτήθηκε από τον σκοπό της.

Μετά τη μονομαχία των δύο αδελφών Ετεοκλή και Πολυνείκη και τον αμοιβαίο θάνατό τους, οι Θηβαίοι καταδίωξαν τους πολιορκητές που τράπηκαν σε φυγή. Ο Αμφιάραος κατά την υποχώρησή του έφτασε μέχρι τις όχθες του Ισμηνού, όπου τον πρόφτασε ο Θηβαίος Πολυκλύμενος. Ο Δίας, θέλοντας να αποτρέψει αυτό το πεπρωμένο, έριξε κεραυνό που άνοιξε στη γη μεγάλο χάσμα, όπου έπεσε ο Αμφιάραος, το άρμα, τα άλογα και ο ηνίοχός του Βάτων (Πίνδ., Ολυμπιόν. 6.12-17). Στη συνέχεια ο Δίας τον έκανε αθάνατο και ο Αμφιάραος εξακολουθούσε να χρησμοδοτεί στον Ωρωπό της Αττικής (Παυσ. 1.34.1-4).

Στην εποχή του Παυσανία ακόμη έδειχναν τον τόπου όπου χάθηκε ο ήρωας στις όχθες του Ισμηνού. Λεγόταν ότι εκεί όπου ανοίχθηκε το χάσμα κτίσθηκε αργότερα περίβολος με κολώνες στις οποίες ποτέ δεν πήγαιναν να καθίσουν πουλιά και τα ζώα απέφευγαν να βοσκήσουν εκεί. Αργότερα, όταν διαδόθηκε η λατρεία του Αμφιάραου σε πολλά άλλα μέρη, διεκδίκησαν και αυτά την τιμή αυτή, να βρίσκεται δηλαδή το χάσμα στα μέρη τους.

Η φήμη του Αμφιάραου ως μάντη είχε υπερβεί τα όρια της Ελλάδας. Ο Ηρόδοτος αναφέρει πως πρέσβεις του βασιλιά των Λυδών Κροίσου κατέφυγαν στο χρηστήριό του στον Ωρωπό για να τον συμβουλευθούν αν έπρεπε να εκστρατεύσουν κατά των Περσών.

Εκτός από μάντης ο Αμφιάραος είναι θεός θεραπευτής, όπως ο Ασκληπιός. Στο Αμφιάρειο του Ωρωπού οι ασθενείς υποβάλλονταν σε εγκοίμηση, για να τους επισκεφθεί ο Αμφιάραος υπό μορφή ιερού φιδιού και να τους θεραπεύσει, κατά το πρότυπο του Ασκληπιού.

Ο μύθος του Αμφιάραου αντανακλά δυναστικές έριδες, ο ρόλος της Εριφύλης θυμίζει τον ρόλο της Αερόπης ή της Κλυταιμνήστρας στη δυναστεία των Ατρειδών, κατάλοιπο της κυριαρχίας του θηλυκού στοιχείου, ενώ η καταβύθιση του άρματος σε χάσμα της γης παραπέμπει σε παλαιά χθόνια θεότητα της Αργολίδας πριν την κυριαρχία της Ήρας στην περιοχή και του Διόνυσου (πρβ. τη λεπτομέρεια της αναγνώρισης της Υψιπύλης και των δυο παιδιών της).

Πηγές:

Ανδρίκου Ε., Αρχαίο θέατρο Θορικού: https://diazoma.gr/theaters/%ce%b1%cf%81%cf%87%ce%b1%ce%af%ce%bf-%ce%b8%ce%ad%ce%b1%cf%84%cf%81%ce%bf-%ce%b8%ce%bf%cf%81%ce%b9%ce%ba%ce%bf%cf%8d/

Archaiologia.gr (2012), Αμφιάρειο, ο αρχαιολογικός χώρος της περιοχής μας,  https://tinyurl.com/y6gpkfjc

Δήμος Αχαρνών, Αρχαίο Θέατρο Αχαρνών: https://www.acharnes.gr/content/arxhaiologikoi-xoroi

ΔΙΑΖΩΜΑ (2009), Περιοδεία του προέδρου του «Διαζώματος» κ. Σταύρου Μπένου στα αρχαία θέατρα της Ανατολικής Αττικής.

Καρούζος. (1926). Το Αμφιάρειο του Ωρωπού. Αθήνα: Σειρά επιστημονικών εκδόσεων «ΟΔΟΙΠΟΡΙΚΟΥ ΣΥΝΔΕΣΜΟΥ».

Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας: https://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/mythology/lexicon/mantises/page_003.html

Μαυρίδης Θ. (2019). Οι επεμβάσεις συντήρησης και αναστήλωσης των μνημείων ως μέσων ανάδειξης και προβολής ενός αρχαιολογικού χώρου. Το παράδειγμα του αρχαιολογικού χώρου του Αμφιαρείου Ωρωπού., Διπλωματική Εργασία, ΕΑΠ.

Μπαζέλη Η., Θέατρο Ραμνούντα, ΕΚΚΕ: https://www.ekke.gr/projects/estia/Cooper/varvakeio/b%20gymnasioy/DTM_981_Mpazeli%20Ramountas.pdf

Πετράκος. (1968). Ο Ωρωπός και το Ιερόν του Αμφιάραου. Αθήνα: Βιβλιοθήκη της εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας, αρ. 63.

Πετράκος. (1974). Το Αμφιάρειο του Ωρωπού. Αθήνα: ΕΣΠΕΡΟΣ.

Πετράκος Β. (1992). Το Αμφιάρειο του Ωρωπού. Αθήνα: ΚΛΕΙΩ.

 

 

 

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου